Μάγειρα έχουμε, τα πιάτα ποιος θα τα πλύνει;

louk 3 LR

Μισός Έλληνας, μισός Βέλγος, στα οκτώ του διαβάζει βιβλία μαγειρικής και αυτοσχεδιάζει στην κουζίνα. Με το πλύσιμο των πιάτων ζορίζεται λίγο, αλλά σκέφτηκε τη λύση.

«Μπορεί και να γίνω μάγειρας όταν μεγαλώσω. Αλλά να είναι και μπαράκι και ταβέρνα μαζί. Γιατί κάνεις και φαγητό και κάτι που συνοδεύει τα ποτήρια από το μπαράκι.
Μαθαίνω συνταγές από τον μπαμπά και από τον θείο, αλλά διαβάζω κι από το βιβλίο, και γαλλικές και ελληνικές. Αλλά τις σος για τη σαλάτα τις σκέφτομαι μόνος μου. Οι γαλλικές συνταγές μού αρέσουν περισσότερο, γιατί έχουν πιο πολύ ντεκόρ. Σου λέει, δηλαδή, βάλε τα μικρά κεκάκια γύρω γύρω στο πιάτο, να είναι ωραία.
Όλα τα φαγητά είναι νόστιμα, αλλά τα γαλλικά είναι λίγο πιο περίεργα στη γεύση. Σε ένα γλυκό μπορεί οι Βέλγοι να βάζουν πιπέρι, αλλά εμείς να βάζουμε ζάχαρη. Τα καλύτερα είναι τα γλυκά, γιατί μπορώ να τρώω όταν τα φτιάχνω. Κάθε φορά που βάζω κάτι για να γίνει νόστιμο, πρέπει να δοκιμάσω για να ξέρω τι γίνεται.
Ξέρω είκοσι συνταγές. Και κάθε συνταγή αλλάζει, έχει διαφορά στη γεύση, ανάλογα τι βάζεις μέσα. Η ζάχαρη πούδρα, ας πούμε, ανακατεύεται με το αλεύρι πιο καλά.
Μετά το μαγείρεμα, μερικές λίγες φορές πλένω τα πιάτα εγώ και τις άλλες ο μπαμπάς. Αν γίνω μάγειρας, θα χρειαστώ ή μια πολύ καλή γιαγιά ή τον μπαμπά, για να μου πλένουν τα πιάτα».

Λουκάς, Θέρμη

Αυτή η εγγραφή δημοσιεύτηκε στις προσωπα.

Σχολιάστε